Η Αμέλια Μαίρη Έρχαρτ (Amelia Mary Earhart, 24 Ιουλίου 1897 – εξαφανίστηκε στις 2 Ιουλίου 1937 και κηρύχθηκε θανούσα στις 5 Ιανουαρίου 1939) ήταν Αμερικανίδα πρωτοπόρος της αεροπορίας, συγγραφέας και υπέρμαχος των δικαιωμάτων των γυναικών.
Η Έρχαρτ ήταν η πρώτη γυναίκα που τιμήθηκε με τον Σταυρό Διακεκριμένης Πτήσης,ως η πρώτη γυναίκα που διέσχισε μόνη της τον Ατλαντικό Ωκεανό.Έκανε πολλά ρεκόρ,έγραψε βιβλία για τις εμπειρίες της στους αιθέρες, τα οποία γνώρισαν μεγάλη εμπορική επιτυχία, και συνέβαλε στη δημιουργία της οργάνωσης The Ninety-Nines, μίας οργάνωσης για τις γυναίκες πιλότους.
Η Αμέλια Έρχαρτ εξαφανίστηκε πάνω από τον κεντρικό Ειρηνικό ωκεανό, κοντά στη νήσο Χάουλαντ, κατά τη διάρκεια της προσπάθειάς της να κάνει τον γύρο της Γης, το 1937. Η ζωή της, η σταδιοδρομία και η εξαφάνισή της συνεχίζουν όμως μέχρι σήμερα να προσελκύουν το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης.
Η υπερατλαντική πτήση του 1928
Μετά από τη σόλο πτήση του Τσαρλς Λίντμπεργκ (Charles Lindbergh) κατά μήκος του Ατλαντικού το 1927, η Έιμι Φιπς Γκέστ (Amy Phipps Guest, 1873-1959), εξέφρασε το ενδιαφέρον να γίνει η πρώτη γυναίκα που θα πετάξει (είτε ως πιλότος είτε ως επιβάτης) διασχίζοντας τον Ατλαντικό Ωκεανό. Στη συνέχεια όμως αποφάσισε ότι το ταξίδι ήταν πάρα πολύ επικίνδυνο για να το πραγματοποιήσει ή ίδια, οπότε ανέλαβε να υποστηρίξει το εγχείρημα, προτείνοντας να βρεθεί «ένα άλλο κορίτσι με τη σωστή εμφάνιση». Ενώ βρισκόταν στην εργασία της ένα απόγευμα του Απριλίου του 1928, η Έρχαρτ έλαβε ένα τηλεφώνημα από τον πολιτικό αρθογράφο πλοίαρχο Χίλτον Χ. Ράιλι (Capt. Hilton H. Railey), όπου τη ρώτησε, «Θα ήθελες να διασχίσεις πετώντας τον Ατλαντικό;».
Οι συντονιστές του εγχειρήματος, συμπεριλαμβανομένου του εκδότη και του πολιτικού αρθογράφου Τζωρτζ Π. Πούτναμ (George P. Putnam) πήραν συνέντευξη από την Αμέλια και της ζήτησαν να συνοδεύσει τον πιλότο Ουίλμερ Στούλτζ (Wilmer Stultz) και τον συγκυβερνήτη – μηχανικό Λούις Γκόρντον (Louis Gordon) στην πτήση, ως επιβάτης, με το πρόσθετο καθήκον της ενημέρωσης του αρχείου πτήσης. Η ομάδα αναχώρησε από το λιμάνι Τρεπασέι (Trepassey Harbor) στη Newfoundland με ένα Fokker F.VIIb/3m στις 17 Ιουνίου 1928 και προσγειώθηκε στο λιμάνι Μπάρρι (Burry), κοντά στο Λανέλλι (Llanelli) της Ουαλίας, στο Ηνωμένο Βασίλειο, 21 ώρες αργότερα περίπου. Δεδομένου ότι το μεγαλύτερο μέρος της πτήσης ήταν «δια οργάνων» και η Αμέλια δεν είχε καμία εκπαίδευση για αυτόν τον τρόπο πτήσης, δεν χειρίστηκε το αεροσκάφος. Σε συνέντευξή της μετά την προσγείωση δήλωσε, «ο Στουλτζ πραγματοποίησε ολόκληρη την πτήση – έπρεπε. Εγώ ήμουν απλά μία αποσκευή, όπως ένας σάκος πατάτες», πρόσθεσε, «…ίσως κάποια μέρα να το δοκιμάσω μόνη».
Ενώ βρισκόταν στην Αγγλία, η Έρχαρτ πέταξε το Avro Avian 594 Avian III (με σειριακό αριθμό SN: R3/AV/101) το οποίο ανήκε στη Λαίδη Μέρι Χηθ (Lady Mary Heath). Στη συνέχεια αγόρασε το αεροσκάφος και το έστειλε πίσω στις Ηνωμένες Πολιτείες (όπου του δόθηκε ο κωδικός προσδιορισμού αεροσκαφών 7083).
Η επιστροφή των Στουλτζ, Γκόρντον και Έρχαρτ στις Ηνωμένες Πολιτείες χαιρετίστηκε με μία παρέλαση στη Νέα Υόρκη, για να ακολουθήσει η υποδοχή τους από τον Πρόεδρο Κάλβιν Κούλιτζ (Calvin Coolidge) στον Λευκό Οίκο.
Η σόλο υπερατλαντική πτήση του 1932
Το Lockheed Vega 5b που χρησιμοποίησε η Έρχαρτ στην υπερατλαντική πτήση του 1932, στο Αμερικανικό Εθνικό Αεροδιαστημικό Μουσείο
Σε ηλικία 34 ετών, το πρωί της 20ης Μαΐου 1932, η Έρχαρτ απογειώθηκε από το Χάρμπουρ Γκρέις (Harbour Grace) του Νιουφάουντλαντ, έχοντας μαζί της την τελευταία έκδοση της τοπικής εφημερίδας (με σκοπό να αποδείξει την ημερομηνία της πτήσης μέσω της ημερομηνίας της εφημερίδας). Σκόπευε να πετάξει ως το Παρίσι με το μονοκινητήριο Lockheed Vega 5b, αναπαριστώντας τη σόλο πτήση του Τσαρλς Λίντμπεργκ. Τεχνικός σύμβουλός της ήταν ο διάσημος Νορβηγικής καταγωγής Αμερικάνος αεροπόρος Μπερντ Μπάλχεν (Bernt Balchen), ο οποίος τη βοήθησε να προετοιμάσει το αεροσκάφος της. Επίσης έπαιξε το ρόλο του «δολώματος» για τους δημοσιογράφους καθώς, υποθετικά, προετοίμαζε το Vega της Έρχαρτ για τη δική του πτήση στον Αρκτικό κύκλο.[78] Μετά από μία πτήση διάρκειας 14 ωρών και 56 λεπτών, στη διάρκεια της οποίας αντιμετώπισε δυνατούς βόρειους ανέμους, συνθήκες παγετού και μηχανικά προβλήματα, η Αμέλια προσγειώθηκε σε ένα βοσκοτόπι στο Κάλμορ (Culmore), βόρεια του Ντέρι (Derry) της Βόρειας Ιρλανδίας. Όταν ένας εργάτης του αγροκτήματος τη ρώτησε «Πέταξες από μακριά;» η Αμέλια απάντησε «Από την Αμερική». Το σημείο προσγείωσης της είναι σήμερα έδρα ενός μικρού μουσείου του Κέντρου Αμέλια Έρχαρτ (Amelia Earhart Centre).
Ως η πρώτη γυναίκα που διέσχισε σόλο και χωρίς στάση τον Ατλαντικό ωκεανό, η Έρχαρτ έλαβε τον Διακεκριμένο Ιπτάμενο Σταυρό από το Αμερικανικό Κογκρέσο, τον Σταυρό των Ιπποτών της Λεγεώνας της Τιμής από τη Γαλλική Κυβέρνηση και το Χρυσό Μετάλλιο της National Geographic Society από τον Αμερικανό πρόεδρο Χέρμπερτ Χούβερ (Herbert Hoover). Καθώς η φήμη της μεγάλωνε, ανέπτυξε φιλίες με πολλούς ανθρώπους σε υψηλές θέσεις, με σημαντικότερη τη φιλία της με την Έλενορ Ρούσβελτ (Eleanor Roosevelt), την «Πρώτη Κυρία». Η Ρούσβελτ μοιραζόταν κοινά ενδιαφέροντα με την Έρχαρτ, κυρίως την προώθηση των δικαιωμάτων των γυναικών. Μετά από μία πτήση της με την Έρχαρτ, η Ρούσβελτ έβγαλε άδεια μαθητευομένου πιλότου, όμως δεν έδωσε συνέχεια στα σχέδιά της να μάθει να πετάει. Οι δύο φίλες επικοινωνούσαν συχνά καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής τους.
Ακόμη μία διάσημη αεροπόρος, η Ζακλίν Κόχραν (Jacqueline Cochran), την οποία το κοινό θεωρούσε τη μεγαλύτερη αντίπαλο της Έρχαρτ, υπήρξε καλή φίλη της εκείνη την περίοδο.
Η έρευνα της TIGHAR απέφερε αρχαιολογικές και πρότερα ανέκδοτες αποδείξεις που συνηγορούσαν υπέρ της υπόθεσης αυτής.
Για παράδειγμα, το 1940, ο Γκέραρντ Γκάλαγκχερ (Gerald Gallagher), Βρετανός αυτοκρατορικός αξιωματικός (και πιλότος ο ίδιος) ενημέρωσε μέσω ασυρμάτου τους ανώτερούς του ότι βρήκε ένα «σκελετό… πιθανόν μίας γυναίκας», καθώς και ένα παλαιό κουτί, κάτω από ένα δέντρο στο νοτιοανατολικό άκρο του νησιού. Ο Γκάλαγκχερ διατάχθηκε να στείλει τον σκελετό στο Φίτζι όπου, το 1941, οι Βρετανικές αυτοκρατορικές αρχές παίρνοντας λεπτομερείς μετρήσεις των οστών κατέληξαν ότι ανήκαν σε γεροδεμένο άνδρα. Το 1998 όμως, μία ανάλυση των δεδομένων που προέκυψαν από τις μετρήσεις από εγκληματολόγους ανθρωπολόγους έδωσε ενδείξεις ότι ο σκελετός ανήκε σε μία «ψηλή λευκή γυναίκα βορειοευρωπαϊκής καταγωγής». Τα οστά καθεαυτά όμως είχαν από καιρό χαθεί στο Φίτζι.
Τα αντικείμενα που ανακαλύφθηκαν από την TIGHAR στο Νικουμαρόρο περιλάμβαναν αυτοσχέδια εργαλεία, μία αλουμινένια επιφάνεια (πιθανόν από αεροσκάφος Electra), ένα περίεργα κομμένο κομμάτι διάφανου πλέξιγκλας το οποίο έχει ίδιο πάχος και κυρτότητα με το παράθυρο ενός Electra και ένα παπούτσι Cat’s Paw, μεγέθους 9, που χρονολογείται από τη δεκαετία του 1930 και μοιάζει με τα υποδήματα που φορούσε η Έρχαρτ σε φωτογραφίες της παγκόσμιας πτήσης. Οι αποδείξεις αυτές παραμένουν περιστασιακές, όμως ο θετός γιος της Έρχαρτ, Τζωρτζ Πούτναμ Τζούνιορ, έχει εκφράσει τον ενθουσιασμό του για την έρευνα της TIGHAR.
Μία δεκαπενταμελής αποστολή της TIGHAR επισκέφθηκε το Νικουμαρόρο από τις 21 Ιουλίου έως τις 2 Αυγούστου 2007, ψάχνοντας για σαφή και αναγνωρίσιμα τμήματα αεροσκάφους και DNA. Η ομάδα περιελάμβανε μηχανικούς, περιβαλλοντολόγους, αρχαιολόγους, ένα γεωλόγο, ένα σχεδιαστή ιστιοφόρων σκαφών, ένα γιατρό και ένα κινηματογραφιστή.
Αναφέρεται ότι ανακάλυψαν επιπλέον αντικείμενα άγνωστης μέχρι τώρα προελεύσεως στην ατόλη, τα οποία περιλαμβάνουν χάλκινους συνδέσμους που μπορεί να ανήκουν στο αεροσκάφος της και ένα φερμουάρ που μπορεί να προέρχεται από τη φόρμα της.
Μια έρευνα που δημοσιεύθηκε τον Οκτώβριο του 2014, αποδίδει ένα μεταλλικό αντικείμενο που βρέθηκε στο νησί το 1991, στο αεροπλάνο της Έρχαρτ.
Μύθοι, αστικοί μύθοι και ατεκμηρίωτοι ισχυρισμοί
Οι αδιευκρίνιστες συνθήκες της εξαφάνισης της Αμέλια Έρχαρτ, σε συνδυασμό με τη φήμη της, προκάλεσαν την ανάπτυξη μεγάλου αριθμού ισχυρισμών και αρκετών θεωριών συνωμοσίας σχετικά με την τελευταία της πτήση, όμως όλοι αυτοί έχουν γενικότερα απορριφθεί λόγω της έλλειψης επαληθεύσιμων αποδείξεων.